Φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου (IBD)

Η νόσος του Κρόν και η ελκώδης κολίτιδα συνοψιζονται κατω απο τον ΄όρο των χρόνιων φλεγμονωδών νόσων του εντέρου ή IBD (inflammatory bowel disease). Και οι δύο είναι καλοήθεις ασθένειες του εντέρου, οι οποίες όμως συνοδεύονται με αυξημένο κίνδυνο  εμφάνισης καρκίνου.

Τι είναι οι χρόνιες φλεγμονώδεις νόσοι του εντέρου;

Αποτελούν καλοήθεις ασθένειες του εντέρου, οι οποίες είναι ιδιαίτερα αισθητές μέσω της εμφάνισης σοβαρής διάρροιας, εν μέρει με αίμα, ενίοτε με κοιλιακό πόνο και άλλα συμπτώματα του γαστρεντερικού. Η προηγούμενη υπόθεση ότι είναι κλασικές αυτοάνοσες ασθένειες θεωρείται ξεπερασμένη σήμερα. Τα συμπτώματα εμφανίζονται στις περισσότερες περιπτώσεις  σε νεαρή ηλικία. Η ασθένεια του Crohn συχνά συνοδεύεται από συρίγγια στην περιοχή του πρωκτού. Επιπλέον, η ανώτερη γαστρεντερική οδός όπως το στομάχι και το λεπτό έντερο μπορεί επίσης να επηρεαστεί από τη φλεγμονή στη νόσο του Crohn. Περίπου το 70-80 % των ασθενών με νόσο του Κρόν θα χειρουργηθούν σε κάποια φάση της ζωής τους.

 

Οι χρόνιες φλεγμονώδεις ασθένειες του εντέρου πρέπει επίσης να αντιμετωπίζονται με φάρμακα. Ως εκ τούτου, η θεραπεία πρέπει να να γίνεται σε συννενόηση με εξειδικευμένο γαστρεντερολόγο. Δεδομένου ότι και στις δύο ασθένειες υπάρχει αυξημένος κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου του εντέρου (κυρίως στην ελκώδη κωλίτιδα), η χειρουργική επέμβαση υποδεικνύεται σε κάποιες περιπτώσεις για το λόγο αυτό.

 

Η εμφάνιση συχνής, επαναλαμβανόμενης, μερικές φορές αιματηρής διάρροιας, κοιλιακού πόνου, μη φυσιολογικής απώλειας βάρους, αποστημάτων ή συριγγίων στον πρωκτό και στο κοιλιακό τοίχωμα με συνοδεία πυρετού, δερματικών ή αρθρικών παθήσεων είναι ένδειξη ύπαρξης χρόνιας φλεγμονώδης νόσου του εντέρου. Σε αυτές τις περιπτώσεις ενδείκνυται η εξέταση του παχέος εντέρου (κολονοσκόπηση) και του στομάχου (γαστροσκόπηση ) με δειγματοληψία ιστών, η εξέταση των κοπράνων για παράσιτα, βακτήρια και μύκητες καθ΄ώς και η μέτρηση της καλπροτεκτίνης, οι εξετάσεις αίματος για την ανίχνευση της αναιμίας και της ανεπάρκειας σιδήρου, ο αποκλεισμός της δυσανεξίας των τροφίμων και σε ορισμένες περιπτώσεις η μαγνητική εξέταση της κοιλίας. Οι εξετάσεις αυτές παρέχουν σημαντικές πληροφορίες που μπορεί να οδηγήσουν στην διάγνωση ΄ή αποκλεισμό μιας φλεγμονώδης νόσου του εντέρου.

 

Η χειρουργική θεραπεία μπορεί να είναι απαραίτητη εάν η ασθένεια εξελίσσεται παρά τη θεραπεία με φαρμακευτική αγωγή, οι ενδείξεις περιλαμβάνουν εμφάνιση στένωσης του εντέρου με απειλούμενη εντερική απόφραξη,  κακοήθεις εξαλλαγές, αποστήματα ή συρίγγια, ακατάσχετη αιμορραγία ή ακόμη και διάτρηση εντέρου.

Επιλογές χειρουργικής θεραπείας στη νόσο του Κρόν:

 

Η ασθένεια του Κρόν δεν μπορεί να θεραπευτεί οριστικά με χειρουργική επέμβαση ή φαρμακευτική αγωγή. Ωστόσο, νέες μελέτες δείχνουν μείωση της νοσηρότητας μετά από πρώιμη χειρουργική αφαίρεση του πάσχοντος τμήματος του εντέρου σε περιπτώσεις που η φλεγμονή περιορίζεται στο σημείο μετάβασης του λεπτού στο παχύ έντερο. Γενικά όμως ισχύει η αρχή της αφαίρεσης του λιγότερου δυνατού μέρους του εντέρου, όπου κρίνεται απολύτως απαραίτητο.

 

 

Τα περιεδρικά αποστήματα και συρίγγια αντιμετωπίζονται χειρουργικά με την προστασία των σφιγκτήρων. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μια κολοστομία πρέπει να τοποθετείται προσωρινά όταν είναι απαραίτητο για την επούλωση.

Επιλογές χειρουργικής θεραπείας για ελκώδη κολίτιδα:

Η ελκώδη κολίτιδα μπορεί να θεραπευτεί με την αφαίρεση του πάσχοντως τμήματος του παχέως εντέρου. Εάν υπάρχει χειρουργική ένδειξη, πρέπει να αφαιρεθεί ολόκληρο το κόλον. Αυτό γίνεται συνήθως με τοποθέτηση μια κολοστομίας για μικρό χρονικό διάστημα. Οι σύγχρονες χειρουργικές τεχνικές μπορούν τώρα να αποφύγουν την μόνιμη κολοστομία με διατήρηση της εγκράτειας και ικανοποιητικό έλεγχο της κένωσης.